hawse$512456$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

hawse$512456$ - translation to ελληνικό

NAUTICAL TERM
Hawsepipe; Hawse pipe
  • thumb

hawse      
n. οπή πρωράς πλοίου, τρύπα δίοδου αλυσίδας άγκυρας, τρύπα δίοδου χοντρού κάβου

Ορισμός

hawsepipe
¦ noun a pipe housing the shank of the anchor when the anchor is raised.

Βικιπαίδεια

Hawsehole

Hawsehole is a nautical term for a small hole in the hull of a ship through which hawsers may be passed. It is also known as a cat hole. In the (British) Royal Navy, a man who had risen from the lowest grade to officer was said to have "come in at the hawsehole".